
Messier 42
Αὐτό τό νεφέλωμα, ἴσως τό δημοφιλέστερο, ἀνήκει στόν ἀστερισμό τοῦ Ὠρίωνα. Εἶναι ἀστερισμός εὔκολα ἀναγνωρίσιμος, πού δεσπόζει στόν χειμερινό οὐρανό. Κρίνοντας τά χαρακτηριστικά του, ἀλλά καί τά ἀντικείμενα πού περιέχει, ἀποφάσισα νά ἐπεκταθῶ περισσότερο ἀπό τά συνηθισμένα, ὄχι μόνο γιά τό νεφέλωμα, ἀλλά καί γιά τόν ἀστερισμό στό σύνολο του.
Παραθέτω λοιπόν στοιχεῖα, ἀφ' ἑνός ἀπό τή Μυθολογία μας, ἐνῶ στή συνέχεια ἀναφέρομαι σέ γενικά στοιχεῖα πού ἀφοροῦν τόν ἀστερισμό τόν ἴδιο (ὅπου καί ὑπάρχει καί ἀναφορά γιά τό μεγάλο νεφέλωμα τοῦ Ὠρίωνα)
Γενικά γιά τόν ἀστερισμό
Εἶναι ἕνας ἀπό τούς περισσότερο ἁπλωμένους ἀστερισμούς, ἐκτεινόμενος ἑκατέρωθεν τοῦ οὐράνιου ἰσημερινοῦ. Λαμπρότερος εἶναι ὁ α τοῦ Ὠρίωνα (γνωστός ὡς Betelgeuse, μεταβλητός μεγέθους +0,9 ἔως +1,4. Εἶναι τό μόνο παλαιό ἄστρο ἀπό τά τέσσερα φωτεινά ἄστρα τοῦ χαρακτηριστικοῦ τετραπλεύρου τοῦ ἀστερισμοῦ. Ἀπέχει μόνο 300 ἔτη φωτός καί εἶναι ὑποψήφιος γιά σουπερνόβα. Ἡ λαμπρότητα τοῦ εἶναι 14.000 μεγαλύτερη τοῦ ἥλιου μας καί ὁ ὄγκος του 160.000.000 φορές μεγαλύτερη από αὐτόν. Ἡ μάζα του εἶναι 20 ἡλιακές μάζες μέ πυκνότητα 1/10.000 τῆς πυκνότητας τοῦ ἀέρα μaς. Χαρακτηρίζεται λοιπόν σάν ἕνα «κόκκινο θερμό κενό».
Τά ὑπόλοιπα τῆς τετράδας εἶναι ὁ λευκογάλαζος Bellatrix (γ Orion, μέγεθος +1,64), ὁ Rigel (β-Orion, μέγεθος +0,18) καί τέλος ὁ γαλάζιος Saiph (κ-Orion, μέγεθος +2,07).
Ἕνα ἀπό τά γνωστότερα νεφελώματα καί ἀπό τά πλέον φωτογραφημένα οὐράνια σώματα εἶναι αὐτό τοῦ μεγάλου νεφελώματος τοῦ Ὠρίωνα (Μ42 ἤ NGC 1976), νότια ἀπό τή ζώνη τοῦ Ὠρίωνα. Ἀπέχει μόλις 1.344 (± 20) ἔτη φωτός καί ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα «ἀστρικά βρεφοκομεῖα» τοῦ Γαλαξία μας, ὁρατό καί μέ γυμνό μάτι σέ καθαρό οὐρανό. Ἡ πραγματική τοῦ διάμετρος ἐκτιμᾶται σέ 24 ἔτη φωτός. Εἶναι ἀπό τά πλέον κατάλληλα γιά ἀστρικές μελέτες λόγω τῆς ἐγγύτητας του καί τοῦ μεγέθους του. Ἐκτείνεται σέ περιοχή 10 μοιρῶν τοῦ οὐρανοῦ . Ἔχει σφαιρικό σχῆμα καί ἡ πυκνότητα του κορυφώνεται στό κέντρο του (πυρήνας). Ἡ θερμοκρασία τοῦ φτάνει τούς 10.000 βαθμούς Κελσίου στό κέντρο του, πέφτει ὅμως κατά πολύ στή περιφέρεια του. Γύρω ἀπό τόν θ1 τοῦ Ωρίωνα ἐκτείνεται μία ιονισμένη περιοχή πού ἐκπέμπει τήν περισσότερη ἰονίζουσα ἀκτινοβολία. Ἡ περιοχή αὐτή περικλείεται ἀπό μία περιοχή ὑψηλότερης πυκνότητας ιονισμένου νέφους. Περικλείεται ἀπό συσσωματώματα οὐδέτερου ἀερίου.
Τό νεφέλωμα αὐτό εἶναι τμῆμα ἑνός πολύ μεγαλύτερου νεφελώματος γνωστοῦ ὡς σύμπλεγμα μοριακῶν νεφῶν τοῦ Ὠρίωνα ἐκτεινόμενο στό μεγαλύτερο μέρος τοῦ ἀστερισμοῦ,ὁ βρόγχος τοῦ Μπάρναρντ , (στόν ὁποῖο εμπεριέχονται τό νεφέλωμα τῆς ἀλογοκεφαλής, τό νεφέλωμα τῆς φλόγας, τό Μ43 καί τό Μ78). Τό μεγάλο νεφέλωμα τοῦ Ὠρίωνα περιέχει ἕνα ἀνοικτό σμῆνος, γνωστό ὡς τραπέζιο τοῦ Ὠρίωνα. Το σμῆνος αὐτό φαίνεται ὅτι εἶναι μέρος ἑνός μεγαλύτερου σμήνους 2.000 ἀστέρων, σέ περιοχή πού ἐκτείνεται στά 20 ἔτη φωτός.
Τό Νεφέλωμα ἀλογοκεφαλής (Horsehead nebula, Barnard 33, IC 434).
Εἶναι τό γνωστό σκοτεινό νεφέλωμα τοῦ Ὠρίωνα καί εἶναι νεφέλωμα ἐκπομπῆς. Ἀπέχει 1.500 ἔτη φωτός. Εἶναι καί αὐτό ἀγαπημένο θέμα ἐρασιτεχνῶν καί ἐπιστημόνων ἀστοφωτογράφων.
Τεχνικά στοιχεῖα τῆς φωτογραφίας (Τό μεγάλο νεφέλωμα τοῦ Ὠρίωνα)
Τηλεσκόπιο : FSQ 106
Κάμερα : QSI 863
Mount : AP-mach1
Χρήση φίλτρου Ha
Λήψεις
Ha, O, S 10 x 300 sec's each
Lum 19x300s, RGB 9x300sec's each
Processed in PixinSight, Photoshop
Εὔβοια, Ναυπηγεῖο Κώστα-Μαρίας, Δεκέμβριος 2013.
Μυθολογία
Οἱ ἱστορίες τοῦ ἀστερισμοῦ τοῦ Ὠρίωνα εἶναι πλεῖστες μυθικές παραδόσεις κυρίως γιά τούς νησιῶτες τοῦ Αἰγαίου πελάγους. Λαμβάνει τό ὄνομα του ἀπό τό θέρος (θέρος=ὥρα, ἡ ἐποχή τῶν καρπῶν), ἐπειδή ἀνατέλλει ὡς ἀστερισμός τό καλοκαίρι. Παριστάνονταν ὡς γίγαντας μέ χρυσή πανοπλία καί λαμποκοπών ξίφος. Ὁ Ὠρίωνας ἦταν κυνηγός, συνοδευόμενος ἀπό τούς σκύλους του (σκύλοι= κύνες – μεγάλος καί μικρός-), οὐράνιος κυνηγός στό κατόπι τῶν πλειάδων (τίς κυνηγοῦσε κατά τήν παράδοση πέντε ἡ ἑπτά χρόνια, οἱ ὁποῖες ἀπό φόβο τρέχουν νά γκρεμιστοῦν στόν Ὠκεανό - Ὁ Βοιωτικός μύθος-. Μία διήγηση θέλει ἕνα μόνο κορίτσι, τήν Πλειόνη, ἄλλη πώς ἦταν ἡ Πλειόνη καί οἱ κόρες της. Φαίνεται μάλιστα ὅτι οἱ Πλειάδες ἦταν φίλες τῆς Ἀρτέμιδας στό κυνήγι. Ἴσως νά ἦταν ἀγριοπερίστερες πού ὁ ἄγριος κυνηγός θέλησε νά κυνηγήσει.).
Ἀναφέρεται στή μυθολογία μας ἀπό τά πανάρχαια χρόνια σάν ἄγριος κυνηγός, γίγαντας, μαζί μέ τούς γίγαντες Ώτο καί Ἐφιάλτη, τούς Ἀλωάδες. Μία διήγηση τόν θέλει γιό τοῦ Ποσειδώνα καί τῆς Ἐυρυάλης (κόρης τοῦ Μίνωα. Ὑπάρχει λοιπόν συγγένεια μέ ἀγριοκυνηγούς τῆς Κρήτης, τόν Ζαγρέα καί τόν Μίνωα, πού (ὁ τελευταῖος) καταδίωξε τήν Βριτόμαρτιν (νύμφη, κόρη τῆς Ἀρτέμιδας. Ὅταν τήν εἶδε ὁ Μίνωας τήν ἐρωτεύτηκε καί ἐπί ἐννέα μῆνες τήν κυνηγοῦσε. Αὐτή κρυβόταν, ὥσπου στό τέλος ἔπεσε στή θάλασσα ἀπό τό ὄρος Δίκτη. Τοπικοί ψαράδες ὅμως, τήν βρῆκαν καί τήν ἔσωσαν, γι' αὐτό καί ἀπό τότε τούς προστάτευε.).
Κατά ἄλλο μύθο, τόν Βοιωτικό, στήν Τανάγρα (: Ὑρία) ζοῦσε ὁ φιλόξενος Ὑριεύς (=μελισσοκόμος, ὔρον=κυρήθρα. Στά ἀρχαία χρόνια οἱ θεοί θρέφονταν καί μεθοῦσαν μέ μέλι. Ὁ Ὑριέας ἦταν ἐπώνυμος ἥρωας τῆς Υρίας, γιός τοῦ Ποσειδώνα καί τῆς Ἀτλαντίδας Ἀλκυόνης). Κατά ἄλλους μύθους, ἀντί τοῦ ὀνόματος τοῦ Ὑριέα, ἀναφέρονται τά ὀνόματα τοῦ βασιλιά Οἰνέα ἡ Οἰνοπίωνα (αὐτά τό ὀνόματα σχετίζονται μέ τό κρασί. ). Εἴτε πρόκειται γιά τόν Ὑριέα, εἴτε γιά τόν Οἰνοπίωνα, τούς ἐπισκέφθηκαν τρεῖς θεοί, Ὁ Δίας, ὁ Ποσειδώνας καί ὁ Ἑρμῆς. Ἔριξαν τούς σπόρους τους μέσα σέ ἕνα θυσιασμένο ταῦρο καί διατάξανε τόν φιλόξενο οἰκοδεσπότη νά τόν παραχώσει. Μετά ἀπό ἐννέα (ἡ καί δέκα) μῆνες ξεπήδησε ἀπό τή γῆ ὁ γίγαντας Ὠρίωνας (ἀφήνω σπόρο, σημαίνει ἐπίσης «οὐρῶ», ἀπ' ὅπου καί προέρχεται –τοὐλάχιστον σέ αὐτή τήν ἱστορία- τό ὄνομα Ωρίων) . Μέ αὐτό τόν τρόπο οἱ θεοί χάρισαν στόν φιλόξενο πλήν ὅμως ἄτεκνο οἰκοδεσπότη ἕναν γιό. Ὁ μύθος αὐτός, ὀψίμου ἐπινοήσεως, σκόπευε νά ἐξάρει τή δύναμη τοῦ Ὠρίωνα, ὁ ὁποῖος ἔχει σάν πατέρες τρεῖς θεούς, δύναμη πού μοιάζει μέ αὐτή τοῦ ταύρου ἀπό τόν ὁποῖο προέρχεται, καί συγγένεια πρός τούς γίγαντες, τέκνα ὅπως καί αὐτός τῆς γῆς.
Ἡ συνέχεια τῆς ἱστορίας αὐτῆς, θυμίζει πολύ τήν ἱστορία τοῦ Οἰδίποδα. Ὅπως καί νά ἔχει, τό κρασί φαίνεται πώς ἔπαιξε πρωταρχικό ρόλο. Ὁ Ὠρίωνας μεθυσμένος βίασε τή Μερόπη, τή γυναίκα τοῦ πατριού του Οἰνοπίωνα (σέ ἄλλη διήγηση, ἡ Μερόπη ἦταν κόρη τοῦ Οἰνοπίωνα).
Διηγήσεις ἀναφέρουν ὅτι ὁ Ὠρίωνας ἀκολούθησε τή Μερόπη στή Χίο, τήν ὁποία καί ἐλευθέρωσε ἀπό τά ἄγρια θηρία. (Σέ ὅλα τά νησιά τού Αἰγαίου, εὐδοκιμοῦσαν τά ἀμπέλια. Ὁ Διόνυσος ἦταν τό κύριο θέμα μύθων καί ἀντικείμενο λατρείας. Ἡ Χίος, ἐξ οὐ καί ὁ ἀναφερόμενος μύθος, παρήγαγε ὅπως καί σήμερα ὀνομαστά κρασιά. Παρατήρησαν μεταξύ ἄλλων μετεωρολογικῶν φαινομένων, ὅτι κατά τήν ἐποχή τοῦ τρυγητοῦ, ὁ ἀστερισμός τοῦ Ὠρίωνα ἀνατέλλει στόν ὁρίζοντα γύρω στά μεσάνυχτα, ἐνῶ τό πρωί φαινόταν στό μέσο τοῦ οὐρανοῦ. Ὁ μύθος τῆς Χίου, εἶναι ἀπό τούς σπουδαιότερους Διονυσιακούς μύθους τοῦ Αἰγαίου, ὅπως καί αὐτός τῆς Νάξου.) Κατά τό μύθο τῆς Χίου λοιπόν, ὁ Ὠρίωνας ἦρθε νά βρεῖ τόν Οἰνοπίωνα, τόν γιό τοῦ Διονύσου καί τῆς Ἀριάδνης. Ἐμέθυσε στό σπίτι του καί θέλησε νά βιάσει τή σύζυγο του (Ἀριάδνη σέ αὐτό τό μύθο). Ὅμως ὁ Οἰνοπίωνας, ἐπωφελούμενος ἀπό τό μεθύσι τοῦ Ὠρίωνα, τοῦ «ἐξόρυξεν τούς ὀφθαλμούς …. καί παρά τοῖς ἀιγιαλοίς έρριψεν αὐτόν» (τοῦ ἔβγαλε τά μάτια .. καί τόν πέταξε στό γιαλό). Ὁ Ὠρίωνας, τυφλός, σηκώνεται καί βαδίζει ψηλαφώντας μέσα στή θάλασσα. Κατευθύνεται ἀπό τό χάλκινο κρότο τοῦ Ἡφαίστου (ἄν καί ἀναφέρεται τό ὄνομα τοῦ Ἡφαίστου, δέν πρόκειται γιά αὐτόν ἀλλά γιά τό δάσκαλο τοῦ, τόν Κηδαλίωνα) καί ἔτσι φτάνει στή Λῆμνο :
«…ὁ δέ ἐπί τό χαλκεῖον ἐλθών καί ἁρπάσας παῖδα ἕνα, ἐπί τῶν ὤμων ἐπιθέμενος ἐκέλευσε ποδηγείν πρός τάς ἀνατολάς. Ἐκεῖ δέ παραγενόμενος ἀνέβλεψεν ἐκκαείς ὑπό τῆς ἡλιακῆς ἀκτίνος καί διά ταχέων ἐπί τόν Οινοπίωνα έσπευδεν..»
(έπιασε τόν Κηδαλίωνα, καί τόν ἔβαλε στούς ὤμους του, γιά νά τόν φέρει μπροστά στόν ἥλιο. Ὁ τυφλός Ὡρίων συνάντησε στήν ἀνατολή τόν ἥλιο καί θεραπεύτηκε.)
Θεραπευόμενος θέλησε νά ἐκδικηθεῖ τόν Οἰνοπίωνα. Ἀλλά ὁ Ποσειδώνας τόν κρύβει στά βάθη χάλκινου ὑπογείου κατοικίας καί ἡ ὀργή τοῦ Ὠρίωνα μένει ἀνίσχυρη. Ἔτσι ἄρχισε ἡ περιπλάνηση τοῦ Ὠρίωνα, πού τέλειωσε μέ τή μετάθεση του στόν οὐρανό.
Κατά ἄλλους συγγραφείς ἡ ἑρμηνεία τοῦ μύθου περιορίζεται στά ἁπλά του στοιχεῖα: κατά τήν ἐποχή τοῦ τρυγητοῦ (προσωποποίηση του εἶναι ὁ Οἰνοπίωνας) , ὁ Ὠρίωνας τυφλώνεται γιατί δέν βλέπει κανείς τό λαμπρό του φῶς στή δύση. Βαδίζει στά σκοτάδια, μετά τά μεσάνυχτα, πηγαίνοντας νά συναντήσει τόν ἀνατέλλοντα ἥλιο. Στήν ἀρχή τοῦ καλοκαιριοῦ ξαναφαίνεται καί πάλι νά λάμπει στήν ἀνατολή, σάν νά ἔλαβε τό φῶς του ἀπό τόν ἥλιο (τό ἄστρο τῆς ἡμέρας). Τότε ὅμως εἶναι ἡ ἐποχή πού ἡ καυτή ζέστη ἀπειλεῖ τά ἀμπέλια. Φαίνεται λοιπόν πώς ὁ Ὠρίωνας καραδοκεῖ γιά νά τά κάψει μέ τή πύρινη δάδα του, ἐκδικούμενος τόν Οἰνοπίωνα. Ὅμως τά ἀμπέλια προστατεύονται ἀπό τά νερά (ἀπό τόν Ποσειδώνα) πού ἔχει ποτιστεῖ ἡ γῆ. Χάρη λοιπόν στήν ζέστη καί τήν ὑγρασία, τά σταφύλια ὡριμάζουν. Σέ αὐτό τό μύθο, στή θέση τοῦ Διονύσου, εἶναι ὁ γιός του ὁ Οινοπίωνας (δευτερεύουσα προσωποποίηση τοῦ ἀμπελιοῦ καί τοῦ κρασιοῦ).
Ὁ Ὠρίωνας ὅταν κυνηγοῦσε στή Κρήτη, ἀπειλοῦσε νά ἐξαφανίσει ὅλα τά ζῶα. Ἡ Ἄρτεμις καί ἡ Λητώ ἦταν παροῦσες. Ἡ Γῆ ὅμως ἔστειλε τό Σκορπιό ἐναντίον του. Αὐτός τόν δάγκωσε καί μαζί τοῦ ἦρθαν στόν οὐρανό. Σέ ἄλλη διήγηση, ἡ Ἄρτεμις ἔστειλε τό Σκορπιό, ἐπειδή ἐκεῖνος (ὁ Ὠρίωνας) τῆς ἄγγιξε τό φόρεμα (πλάσμα τῆς ἀστρονομικῆς ἐπιστήμης τῶν Ἀλεξανδρινῶν).
Σέ μιάν ἄλλη διήγηση, ἡ Ἄρτεμις ἦταν ἐρωτευμένη μέ τόν ὄμορφο αὐτό κυνηγό. Ὁ Ἀπόλλων πού τό εἶχε καταλάβει (καί δέν τό ἔβλεπε μέ καλό μάτι) βρῆκε κάποτε τήν εὐκαιρία, ὅταν ὁ Ὠρίωνας ἦταν μακριά στή θάλασσα καί πρότρεψε τήν Ἄρτεμη σέ σημάδι μέ βέλος στό κεφάλι πού μόλις φαινόταν καί χωρίς ἡ Ἄρτεμις νά διακρίνει ὅτι ἐπρόκειτο γιά τόν ἀγαπημένο της. Ἡ Ἄρτεμις τόν πέτυχε καί κατόπιν τόν σήκωσε στά ἄστρα. Ὁ μύθος αὐτός ἔχει ὡς ἀρχή τή δύση τοῦ ἀστερισμοῦ αὐτοῦ μέ τήν ἐμφάνιση τῆς σελήνης στόν ὁρίζοντα.

Στὶς ἀναζητήσεις ποὺ ἐμπεριέχει ἡ ἐνασχόληση μου μὲ τὴν φωτογράφηση τοῦ «βαθέος οὐρανοῦ», μοῦ ἔλειπε ἡ συνοδεία τῆς μουσικῆς, αὐτῆς ποὺ βιωματικὰ ἔχει ἐνσωματωθεῖ μέσα μου. Ἔτσι ἀποφάσισα νὰ συμπληρώνω τίς ἀστροφωτογραφίες μου, μὲ τὴν μουσικὴ μου. Ἀπὸ τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 2016 σὰν ἀφετηρία λοιπόν, μαζὶ μὲ τὸ Flaming Star Nebula παρουσιάζω τὸ Floydish Pulsar, σὰν πρώτη μου μουσικὴ σύνθεση (σύνθεση, ἐκτέλεση καὶ παραγωγὴ ἀπὸ ἐμένα), μὲ ἔμπνευση πάντα ἀπὸ αὐτὲς τὶς εἰκόνες.
Ἀκολουθοῦν δύο ἀκόμα μουσικὲς ἀναπολήσεις ποὺ ὁλοκληρώνουν τὴν ἀρχικὴ τριλογία, Parallel Worlds I καί Dancing Stars I ποὺ περιγράφουν μία ἀτέρμονη καὶ χωρὶς προφανῆ λόγο περιήγηση στὸ χωροχρόνο.